Οι μέρες είναι λίγες και φεύγουν γρήγορα
Κι όποιος στη ζωή και τον έρωτα είναι θεατής
Δεν είναι αθώος

*

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

Καλά Χριστούγεννα



















Γιατί με φώναξες και γύρισα
Καλά έφευγα και καλά με ξεπροβόδιζαν χωρίς να μου
κρατούν κακία τα εγκόσμια
όλα όσα δε θέλησα να πράξω κι έπραξα
όλα όσα δε θέλησα να γίνω κι έγινα
Να χουν αποσπασθεί τα αγγίγματά μου απ ότι άγγιξα
και να με συνοδεύουν

Γιατί με φώναξες και γύρισα
σα δάκρυ που μετάνιωσε και δεν εκύλησε
Γιατί να πρέπει τώρα να διανύω προς τα πίσω όλη
αυτή την εγκατάλειψη
γέρος ποιητής διωγμένος απ τους στίχους μου
κι άγνωστος πλέον στο παρελθόν μου να συνάπτω πάλι
σχέσεις με όσα συμβήκαν
Να συνδεθώ με τι; Αναζητώντας τι ;
Ποιο αθέατο βάθος
ποια μυθική νεότητα;

Μετά από ένα τελεσμένο πεπρωμένο κι άλλο πεπρωμένο
μετά το πλήρωμα του χρόνου κι άλλος χρόνος;
Αυτό δεν είναι πια διασάλευση του πνεύματος
Η υλικότητά μου διεσαλεύθη
και δε θα βρει ανάπαυση στον αιώνα

***

Το «ως σεαυτόν» δεν ήτανε για μένα
Αγάπησα τους άλλους δίχως ν’ αγαπάω τον εαυτό μου
Χωρίς αγάπη του εαυτού μου δεν ήμουν ούτε εγώ ούτε
άλλος ανάμεσα στους άλλους
δεν ήμουν τίποτε μέσα στην τρικυμία της σάρκας μου
στα σαλεμένα λόγια μου και στ’ αναφιλητά του νου μου
μα έπασχα στα δράματα των άλλων
εγώ ο χαμένος πάντα στα αδιέξοδά τους
εγώ των αποχωρισμών τους ο εγκαταλελειμμένος
ο παραμιλητός του πυρετού τους
Κι όλα αυτά έτσι Για ένα ήθος δηλαδή για μια ιδεολογία

Δεν ήταν ήθος ύβρις ήταν. Και δεν το ’βλεπες
Αργεί αλλά σε βρίσκει το κακό
άξαφνα όλα γυρνούν τ’ απάνω κάτω
πατάς τους όρκους σου και πράττεις τ’ αντίθετα απ’ την
πίστη σου και μένεις
στην ερημιά της πτώσης σου
να δέρνεσαι και να χαλιέσαι

Αν άντεξα τη ζωή μου ως εδώ δεν ήτανε για μένα
Και τώρα ποιος ο αμητός;

Ω βλέμματα ω φωνές, ω αγγίγματα που με λιχνίσατε
στ’ αλώνια της αλαζονείας και της ταπείνωσης
κρατήστε τον καρπό Αλλά
δώστε μου πίσω το άγανο
το άγανο που τ’ αφήσατε του ανέμου
και χάθηκε χρυσίζοντας
προς το βαθύψηλο ουρανό.

***

Δεν έχεις το δικαίωμα, φώναζα, το κρίμα το δικό μου
να σηκώνεις.
Κι εσύ ανένδοτα σιωπούσες.
Γιατί δικαιοσύνη δεν υπάρχει στην αγάπη
- ποιος αδικεί ποιος αδικείται
τι μας βαραίνει πιο πολύ
το κρίμα ή η αθωότητα;

Η αγάπη δε μας δίνεται, μας παίρνει
κι όσοι αγαπούν αλύπητα αγαπούν
ρημάζουν και ρημάζονται.

Κι όλα τα πήρες πάνω σου
το φταίξιμο την ενοχή και την ποινή μου.
Δικαιoσύνη δεν υπάρχει στην αγάπη.

Εντάξει, εσύ αναστήθηκες.
Εγώ όμως με σχεδία το σταυρό μου
θαλασσοδέρνομαι σε μαύρους ουρανούς

ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Έως…

***

Αγριομυρίκη εν τη ερήμω
Επικαταράτος εν γη αλμυρά…
Έτσι το θέλησα και μη ρωτάς
Κι αν τώρα θλίβομαι είναι που σ αφήνω

στους πέντε δρόμους δίχως να χω πεί
για σένα όσα σου άξιζαν και δίχως
να σε δοξάσει ένας μου στίχος
Τόσο βαθιά τόσο πολύ

σε σώπασα μέσ στη ζωή μου
Δεν ήτανε για να φανερωθεί
ούτε με ουράνια λόγια να ειπωθεί
αυτό το μυστικό που ήσουν κι ήμουν

Σε όσους με ποιήματα τα αισθήματα μετρούν
Τι θα χεις από μένα να τους δείξεις;
Μια τέτοια αγάπη …δίχως αποδείξεις…

ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Εν γη αλμυρά